Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ
Καλημέρα σας. Εκ μέρους της Αντιπροσωπείας εδώ στην Κύπρο της Υπάτης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες σας ευχαριστώ κι εγώ με τη σειρά μου, που με προσκαλέσατε σ’ αυτήν την ημερίδα.
Ζούμε σήμερα σε μία εποχή όπου εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο μετακινούνται από τις γενέτειρές τους. Υπολογίζεται ότι 200 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν εκτός της χώρας καταγωγής τους. Άλλοι κατόπιν επιλογής τους και άλλοι χωρίς την επιλογή τους, άλλοι αναζητώντας μία καλύτερη ζωή, μία καλύτερη δουλειά, άλλοι κυνηγώντας ευκαιρίες εκπαίδευσης. Όμως για πολλούς, το να αφήνουν τα σπίτια και τις πατρίδες τους, δεν αποτελεί επιλογή. Οι πρόσφυγες, είναι αυτοί που φεύγουν ενάντια στη θέλησή τους, κυνηγημένοι από τα χωριά, από τις πόλεις τους, από τις πατρίδες τους, που χωρισμένοι πολλές φορές από τις οικογένειές τους, λόγω των συγκρούσεων ή των διώξεων, μετακινούνται με μόνο ζητούμενο να σώσουν τη ζωή τους.
Εδώ και 5 χρόνια το θέμα του ασύλου και των προσφύγων αποτελεί μέρος της δημόσιας συζήτησης και στην Κύπρο. Μίας δημόσιας συζήτησης η οποία επικεντρώνεται στο θέμα της λαθρομετανάστευσης και της πάταξης του φαινομένου χωρίς να γίνεται αναφορά στο αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ανάμεσα στους ανθρώπους που διακινούνται στις μέρες μας χωρίς έγγραφα βρίσκονται και πρόσφυγες. Αντί η προσοχή της κοινής γνώμης να στρέφεται στο γεγονός αυτό, το όλο θέμα του ασύλου εστιάζεται στο ότι καταφθάνουν «παράνομα» (χωρίς να γίνεται αναφορά στους λόγους), ότι η συντριπτική πλειοψηφία δεν είναι πραγματικοί πρόσφυγες και κάνουν κατάχρηση των διαδικασιών ασύλου, ότι όλοι «αυτοί» θα αλλάξουν τη δημογραφία του τόπου «θα μας πάρουν τις δουλειές μας» κ.ο.κ. Διαβάζουμε και ακούμε για λαθρομετανάστες από το Ιράκ, για παράδειγμα, ενώ περίπου πέντε εκατομμύρια Ιρακινοί έγιναν πρόσφυγες και αναζήτησαν την προστασία, είτε μέσα στην ίδια τους τη χώρα ή και εκτός των συνόρων της χώρας τους. Άνθρωποι, οι οποίοι μη έχοντας άλλο τρόπο διαφυγής από τη δίωξη καταφεύγουν σε αδίστακτους λαθρέμπορους των οποίων το κύριο μέλημα είναι το κέρδος και όχι η ασφάλεια των «πελατών τους».
Ποια είναι η αλήθεια λοιπόν γύρω από το θέμα των προσφύγων
Ύστερα από μισή δεκαετία πτωτικής τάσης στον αριθμό των προσφύγων, ο εξαναγκαστικός εκτοπισμός, δυστυχώς, άρχισε και πάλι να αυξάνεται παγκοσμίως. Πρόσφυγες από όλα τα μέρη του κόσμου - από Σουδάν, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Αφγανιστάν, Ιράκ, Σομαλία, είναι μόνο μερικές από τις χώρες καταγωγής των μεγαλύτερων προσφυγικών ομάδων. Στο τέλος του 2007, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, ο αριθμός των προσφύγων αυξήθηκε και έφτασε τα 37,4 εκατομμύρια εκτοπισμένων παγκοσμίως: 11,4 εκατομμύρια είναι πρόσφυγες, άνθρωποι που αναγκάστηκαν να περάσουν εθνικά σύνορα και να αναζητήσουν προστασία σε άλλες χώρες, και 26 εκατομμύρια εσωτερικά εκτοπισμένοι πληθυσμοί (δηλ. πρόσφυγες μέσα στην ίδια τους την πατρίδα, όπως στο Ιράκ, στο Νταρφούρ, στην Κολομβία, κ.ο.κ.) Δυστυχώς, υπάρχουν δυσοίωνα σημάδια ότι θα δούμε στο μέλλον περισσότερους ανθρώπους να αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις περιοχές/ χώρα καταγωγής τους.Οι περισσότεροι πρόσφυγες που εγκαταλείπουν τη χώρα τους βρίσκουν καταφύγιο, κυρίως, στις χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου, στην Αφρική και στην Ασία και σε μικρότερη κλίμακα στην Ευρώπη. Οι 10 κυριότερες χώρες υποδοχής προσφύγων είναι το Πακιστάν, Ιράν, ΗΠΑ, Συρία, Γερμανία, Ιορδανία, Τανζανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Κίνα , Τσαντ. Η Κύπρος, λόγω της γεωγραφικής της θέσης καθώς και λόγω της ιδιότητάς της ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2004, δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη από το διεθνές φαινόμενο της μετακίνησης μικτών μεταναστευτικών ομάδων, περιλαμβανομένων των προσφύγων. Το Νοέμβριο του 2008, εκκρεμούσε η εξέταση των αιτήσεων ασύλου 8.570 ατόμων (αιτητών ασύλου, από τους οποίους κάποιοι θα αναγνωριστούν ως πρόσφυγες και κάποιοι όχι, αλλά μέχρι να εξεταστεί η αίτησή τους είναι εν δυνάμει πρόσφυγες και έχουν συγκεκριμένα δικαιώματα με βάση τη σχετική νομοθεσία). Από το 1998 μέχρι και το Νοέμβριο του 2008, έχει δοθεί προσφυγικό καθεστώς σε 659 άτομα, σε 415 έχει δοθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και σε 342 άτομα ανθρωπιστικό καθεστώς .
Ποιοι θεωρούνται πρόσφυγες και πώς διαχωρίζονται από άλλες μεταναστευτικές ομάδες
Πρόσφυγας – σύμφωνα με τη Σύμβαση του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων - είναι το άτομο το οποίο «…συνεπεία βάσιμου φόβου δίωξης, λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, ιδιότητας σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα, ή λόγω πολιτικών πεποιθήσεων, βρίσκεται εκτός της χώρας καταγωγής του και λόγω αυτού του φόβου δεν μπορεί ή δεν είναι πρόθυμο να απολαμβάνει την προστασία της χώρας αυτής…». Ο ίδιος ορισμός αποτυπώνεται και στο ευρωπαϊκό κεκτημένο για το άσυλο καθώς και στην Κυπριακή νομοθεσία περί προσφύγων (2000-2007).Άτομα που δεν έχουν την προστασία της κυβέρνησης της χώρα τους - είτε επειδή η δίωξη ασκείται από το ίδιο το Κράτος είτε, στην περίπτωση που η δίωξη ασκείται από μη κυβερνητικούς φορείς, το Κράτος δεν θέλει/δεν μπορεί να τους προστατεύσει - αναγκάζονται να καταφύγουν σε άλλες χώρες και να καλύψουν αυτό το κενό της εθνικής προστασίας, ζητώντας διεθνή προστασία στην χώρα όπου καταφεύγουν.
Τι σημαίνει η δίωξη; Το άτομο που φοβάται τη δίωξη, φοβάται για τη ζωή του, για την ελευθερία του ή φοβάται ότι θα παραβιαστούν ουσιώδη ανθρώπινα δικαιώματά του. Φοβάται, για παράδειγμα, ότι αν επιστραφεί πίσω στη χώρα του μπορεί να υποστεί βασανιστήρια ή να υποβληθεί σε εξευτελιστική ή απάνθρωπη μεταχείριση για αυτό που είναι. Αν η επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του μπορεί να οδηγήσει στην αυθαίρετη σύλληψη ή/και κράτησή του τότε πάλι μιλούμε για δίωξη. Παραβίαση του δικαιώματος της ελευθερίας της σκέψης, της συνείδησης, της θρησκείας αποτελεί επίσης δίωξη. Η έλλειψη νομικής προσωπικότητας σε ανθρώπους - οι οποίοι ως αποτέλεσμα δεν έχουν δικαίωμα στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, στην εκπαίδευση, ή στην εργασία, επομένως στην τελική δεν έχουν δικαίωμα στην ζωή – ισοδυναμεί με δίωξη κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες (π.χ. άτομα που ανήκουν στην Μουσουλμανικής μειονότητα των Rohingyas στο Μυανμάρ, ή ορισμένες ομάδες ανιθαγενών Σύριων Κούρδων, κλπ.)
Για να θεωρηθεί ένα άτομο πρόσφυγας θα πρέπει ο φόβος δίωξής του να σχετίζεται με έναν από τους λόγους που αναφέρει η Σύμβαση, δηλαδή είτε λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, ιδιότητας σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα, ή λόγω πολιτικών πεποιθήσεων ο άνθρωπος αυτός φοβάται δίωξη στη χώρα καταγωγής του. Για παράδειγμα, Παλαιστίνιος του Ιράκ, ο οποίος είδε συγγενείς του να δολοφονούνται από αντάρτες ή έχει δεχθεί απειλές κατά της ζωής του ή έχει υποστεί δυσμενείς διακρίσεις, είναι πρόσφυγας είτε λόγω της εθνικής του καταγωγής (Παλαιστίνιος) είτε λόγω των πολιτικών απόψεων που του αποδίδονται (οι Παλαιστίνιοι στο Ιράκ θεωρούνται υποστηρικτές του Σαντάμ επειδή στα πλαίσια της πολιτικής του καθεστώτος είχαν δοθεί πολλά ωφελήματα στους Παλαιστίνιους).
Το δικαίωμα της θρησκείας είναι ουσιώδες ανθρώπινο δικαίωμα. Ωστόσο η απόφαση αλλαγής θρησκείας δεν γίνεται πάντα σεβαστή – όπως θα έπρεπε σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων- απ’ όλες τις χώρες. Επομένως αν εάν άτομο κινδυνεύει να φυλακιστεί ή ακόμα και να θανατωθεί επειδή αποφάσισε να αλλάξει θρησκεία αυτό το άτομο είναι πρόσφυγας λόγω των θρησκευτικών του αντιλήψεων. Πρόσφατα στην Μοσούλη του Ιράκ, Χριστιανοί εκδιώχθηκαν από τους αντάρτες, άρα Ιρακινός υπήκοος, Χριστιανός από τη συγκεκριμένη περιοχή, ο οποίος καταφεύγει ζητώντας προστασία σε γειτονική ή άλλη χώρα θα πρέπει να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας λόγω θρησκείας.
Μία γυναίκα η οποία δεν επιθυμεί να συμμορφωθεί με τους αυστηρούς ηθικούς κανόνες που της επιβάλλει η κοινωνία, λόγω του κοινωνικού της φύλου (gender), μπορεί να είναι πρόσφυγας λόγω «της ιδιότητάς της σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα». Για παράδειγμα, γυναίκα, η οποία αναζητά προστασία σε άλλη χώρα εκτός από τη χώρα καταγωγής της επειδή κινδυνεύει να υποβληθεί σε ακρωτηριασμό γεννητικών οργάνων- πρακτική που έχει τις ρίζες της στην παράδοση πολλών κοινωνιών αλλά ισοδυναμεί με βασανιστήριο σύμφωνα με αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων- μπορεί να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας λόγω «της ιδιότητάς της σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα». Επίσης, γυναίκες που κινδυνεύουν με λιθοβολισμό επειδή έχουν διαπράξει «εγκλήματα τιμής» (π.χ. μοιχεία), είναι επίσης πρόσφυγες.
Άτομα που εγκαταλείπουν τη χώρα τους λόγω πολεμικών συγκρούσεων, διεθνών ή εθνικών, συνήθως δεν θεωρούνται πρόσφυγες σύμφωνα με τον ορισμό που αναλύσαμε πιο πάνω, επειδή η δίωξη δεν είναι εξατομικευμένη αλλά γενικευμένη. Σε αυτές τις περιπτώσεις δίδεται συνήθως καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Για παράδειγμα, αν Ιρακινός υπήκοος εγκατέλειψε το Ιράκ λόγω των συνθηκών εμφυλίου πολέμου στη χώρα και της γενικευμένης ανασφάλειας και όχι επειδή π.χ. αποτέλεσε ο ίδιος στόχο των αντάρτικων ομάδων, τότε του δίδεται καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι ένοπλες συγκρούσεις δεν μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα και την ατομική δίωξη για ένα ή περισσότερους από τους λόγους που απαριθμούνται στη Σύμβαση του 1951. Για παράδειγμα, αν ο Ιρακινός υπήκοος που αναφέραμε πιο πάνω είναι Παλαιστινιακής καταγωγής και έχει απειληθεί ότι αν δεν εγκαταλείψει τη χώρα του θα τον σκοτώσουν τότε θα πρέπει να του δοθεί προσφυγικό καθεστώς. Επίσης, όταν κατά τη διάρκεια ενόπλων συγκρούσεων διαπράττονται – όπως συνήθως γίνεται- ειδεχθή εγκλήματα πολέμου, όπως γενοκτονίες (π.χ. Ρουάντα, Νταρφούρ, λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό) ή πολιτικές εθνοκάθαρσης, τότε τα άτομα που καταφέρνουν να διαφύγουν είναι πρόσφυγες λόγω της εθνικής τους καταγωγής ή των πολιτικών τους απόψεων και επομένως θα πρέπει να τους δοθεί πλήρες προσφυγικό καθεστώς και όχι καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Πώς διαχωρίζεται ο πρόσφυγας από το μετανάστη
Βλέπουμε λοιπόν ότι το άτομο που μεταναστεύει για να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής του (ο οικονομικός μετανάστης με άλλα λόγια) διαφοροποιείται από τον πρόσφυγα. Η διάκριση ωστόσο, ανάμεσα στον οικονομικό μετανάστη και τον πρόσφυγα γίνεται λιγότερο σαφής, όταν για παράδειγμα πίσω από τα οικονομικά μέτρα που επηρεάζουν την απόκτηση των μέσων διαβίωσης μπορεί να υπάρχουν φυλετικοί, θρησκευτικοί ή πολιτικοί στόχοι ή διαθέσεις εναντίον μιας ορισμένης ομάδας. Σε περιπτώσεις όπου τα οικονομικά μέτρα αφανίζουν την οικονομική υπόσταση ενός συγκεκριμένου τμήματος του πληθυσμού, τα πρόσωπα που πλήττονται μπορεί, ανάλογα με τις περιστάσεις, να γίνουν πρόσφυγες όταν εγκαταλείπουν τη χώρα τους.
Η διάκριση μεταξύ του πρόσφυγα και του οικονομικού μετανάστη γίνεται ολοένα και λιγότερο σαφής στις μέρες μας, όταν άτομα διαφεύγουν συνθήκες απόλυτης φτώχιας από τη χώρα τους, αφού ούτε πρόσφυγες μπορούν να θεωρηθούν αλλά ούτε και οικονομικοί μετανάστες. Πώς μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι οι υπήκοοι της Ζιμπάμπουε που δεν φεύγουν λόγω της πολιτικής δίωξης, αλλά λόγω των άθλιων συνθηκών διαβίωσης (ανεργία, επιδημίες, έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης), είναι οικονομικοί μετανάστες – επομένως δεν δικαιούνται διεθνή προστασία- όταν η προστασία από πλευράς κράτους είναι ανύπαρκτη?
Ο ξεκάθαρος διαχωρισμός του πρόσφυγα που δικαιούται προστασία από τον άνθρωπο που δεν είναι πρόσφυγας, γίνεται ολοένα και πιο δύσκολος στις μέρες μας. Επομένως, είναι επιτακτική προτεραιότητα για τη διεθνή κοινότητα να βρει συντονισμένες λύσεις όσον αφορά τις αιτίες του εκτοπισμού καθώς και της ευρύτερης μετακίνησης των πληθυσμών (πόλεμοι, κακή διακυβέρνηση κρατών, παραβιάσεις ατομικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, φτώχεια, αλλαγή του κλίματος, περιβαλλοντολογικές καταστροφές) . Όσον αφορά τον εξαναγκαστικό εκτοπισμό, η καλύτερη λύση είναι η πρόληψη, αλλά για να γίνει αυτό εφικτό πρέπει να κατανοήσουμε τις αιτίες που δημιουργούν τον εκτοπισμό, περιλαμβανομένης και της αποτυχίας των κρατών να παρέχει στους υπηκόους της αυτή την προστασία. Θα πρέπει να δημιουργηθούν πλαίσια πολιτικής που να διασφαλίζουν όπως η διεθνής κοινότητα χρησιμοποιεί όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της – ανακουφιστική βοήθεια, εμπόριο, διπλωματία, ασφάλεια - ώστε να οδηγήσει τις χώρες αυτές από την αποτυχία σε μία σταθερότητα που θα διατηρηθεί. Αυτή η σταθερότητα μπορεί να διασφαλίσει ότι δεν θα υπάρχουν πρόσφυγες ή τουλάχιστον ότι οι πρόσφυγες θα μπορούν σύντομα να επιστρέψουν στην πατρίδα τους να ξαναδημιουργήσουν τη ζωή τους, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν. Εντωμεταξύ, όμως, αυτό που προέχει είναι η προστασία των ανθρώπων που τη χρειάζονται, των προσφύγων που καταφεύγουν στις δικές μας τις χώρες και ζητούν προστασία.
Ποιος έχει την προστασία για τους πρόσφυγες;
Υποχρέωση για προστασία εμπίπτει, πρωτίστως, στις κυβερνήσεις των χωρών όπου καταφεύγουν οι πρόσφυγες.Ο ρόλος της Ύπατης Αρμοστείας σε χώρες ευρωπαϊκές, βιομηχανικές, όπως είναι και η Κύπρος, είναι να διασφαλίζει, σε συνεργασία με την κυβέρνηση, ότι τα άτομα αυτά έχουν επαρκή προστασία. Πρόκειται για ένα ρόλο συμβουλευτικό αλλά και εποπτικό, π.χ. αν πρόσφυγες δεν έχουν πρόσβαση στα δικαιώματα που θα έπρεπε να έχουν, σύμφωνα με το νόμο, τότε η Υπάτη Αρμοστεία θα παρέμβει, κάνοντας τις σχετικές συστάσεις προς τα αρμόδια όργανα. Σε χώρες όπου οι κυβερνήσεις δεν έχουν τη δυνατότητα παροχής προστασίας, τότε η Ύπατη Αρμοστεία συνδράμει με διάφορους τρόπους, όπως με ανέγερση προσφυγικών καταυλισμών, επισιτιστικές βοήθειες, κ.τ.λ. Όταν λέμε προστασία τι εννοούμε και τι ακριβώς περιλαμβάνει; Καταρχάς, περιλαμβάνει την πρόσβαση σε αποτελεσματικές διαδικασίες ασύλου και δίκαιη μεταχείριση των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο. Αυτό προκύπτει τόσο από την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Άρθρο 14 - το οποίο αναφέρει συγκεκριμένα ότι κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να αναζητά και να απολαμβάνει σε άλλες χώρες άσυλο από δίωξη, όσο και από τη Σύμβαση του Καθεστώτος για τους Πρόσφυγες. Το ίδιο δικαίωμα αποτυπώνεται και στην κυπριακή νομοθεσία περί προσφύγων. Ανεξαρτήτως, επομένως, του τρόπου εισόδου σε άλλη χώρα (με ή χωρίς έγγραφα), το άτομο που ισχυρίζεται δίωξη δικαιούται να υποβάλλει αίτηση ασύλου στις αρμόδιες αρχές της χώρας όπου κατέφυγε – ένα αίτημα το οποίο θα πρέπει να εξεταστεί με ακριβοδίκαιο τρόπο και σε σύντομο χρονικό διάστημα. Στην Κύπρο, οι αρμόδιες υπηρεσίες για την εξέταση των αιτημάτων ασύλου είναι η Υπηρεσία Ασύλου – σε πρώτο βαθμό - και η Αναθεωρητική Αρχή για την εξέταση εφέσεων.
Το δικαίωμα της πρόσβασης σε διαδικασίες ασύλου περιλαμβάνει το δικαίωμα παραμονής αυτού του ανθρώπου μέχρι να ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του για άσυλο. Διότι ο αιτητής ασύλου είναι εν δυνάμει πρόσφυγας. Μία λανθασμένη απόφαση μπορεί να σημαίνει ακόμα και θάνατο, επομένως η εξέταση ενός αιτήματος ασύλου είναι ένα από τα πιο δύσκολα εγχειρήματα (δικαστικά ή διοικητικά).
Με την πρόσβαση σε διαδικασία ασύλου και ενόσω χρονικό διάστημα διαρκεί αυτή η διαδικασία, οι αιτητές ασύλου έχουν (δια νόμου) πρόσβαση σε όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα που ανήκουν σε όλους εμάς. Αυτό σημαίνει, δικαίωμα στη στέγαση, εργασία, εκπαίδευση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη - όλα τα στοιχειώδη δικαιώματα που επιτρέπουν την αξιοπρεπή διαβίωση. Συγκεκριμένα για τους αιτητές ασύλου υπάρχει σχετική οδηγία της Ε.Ε. που προβλέπει την πρόσβαση των ατιτητών ασύλου στα δικαιώματα αυτά. Η Κυπριακή νομοθεσία, κατόπιν ενσωμάτωσης της σχετικής Οδηγίας της ΕΕ, προβλέπει την παροχή δημοσίου βοηθήματος για την κάλυψη των βασικών αναγκών των αιτητών ασύλου τους πρώτους έξι μήνες και στη συνέχεια το δημόσιο βοήθημα καταβάλλεται αν δεν έχουν εξασφαλίσει εργασία στους τομείς όπου επιτρέπεται (σημ. τους πρώτους έξι μήνες οι αιτητές ασύλου δεν έχουν δικαίωμα σε εργασία ενώ μετά την παρέλευση των έξι μηνών δικαιούνται να εργαστούν σε συγκεκριμένους τομείς, όπως γεωργίας - κτηνοτροφίας, διαχείρισης αποβλήτων, ως εργάτες καθαρισμού κτιρίων και εξωτερικών χώρων).
Όταν οι αιτητές ασύλου αναγνωριστούν πρόσφυγες έχουν τα ίδια δικαιώματα εργασίας όπως οι Κύπριοι πολίτες, ενώ στα άτομα που δίδεται καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας αποκτούν τα ίδια δικαιώματα εργασίας όπως οι πρόσφυγες, μετά την παρέλευση ενός έτους από την ημερομηνία αναγνώρισής τους. Το δικαίωμα της ένταξης προσφύγων και ατόμων με συμπληρωματικό καθεστώς στις τοπικές κοινωνίες αποτελεί αναπόσπαστο μέρος μίας ουσιαστικής προστασίας, αφού σε καμιά περίπτωση κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πότε θα είναι εφικτή η ασφαλής επιστροφή του πρόσφυγα στην πατρίδα του.
Πολύ συνοπτικά αυτά είναι τα δικαιώματα που προβλέπει η νομοθεσία για τους ανθρώπους που χρειάζονται διεθνή προστασία, και πολύ συνοπτικά θα πρέπει να πούμε ότι παρά τα θετικά βήματα που έχουν γίνει στον τομέα του ασύλου στην Κύπρο, παραμένουν ακόμα πολλές ελλείψεις και προβλήματα στην πρακτική εφαρμογή των δικαιωμάτων που προαναφέρθηκαν (π.χ. μεγάλες καθυστερήσεις στην εξέταση αιτήσεων για δημόσιο βοήθημα με αποτέλεσμα άποροι αιτητές ασύλου που δεν έχουν το δικαίωμα εργασίας να μην έχουν πόρους διαβίωσης, στον τομέα της εργασίας κλπ.) - προβλήματα που όμως δεν μας επιτρέπει ο χρόνος να αναλύσουμε στην παρούσα εισήγηση. Είναι γεγονός ότι ο μεγάλος αριθμός των αιτήσεων ασύλου, των οποίων εκκρεμεί η εξέτασή τους, γύρω στις 8.570, δυσχεραίνει την πρόσβαση των αιτητών ασύλου στα δικαιώματά τους και προϋποθέτει επιπλέον πόρους από πλευράς κυβέρνησης. Πώς θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται το φαινόμενο αυτό; Βεβαίως όχι με την εισαγωγή περιοριστικών μορφών πολιτικής (π.χ. με περιορισμό του δικαιώματος εργασία) ούτε με συνοπτικές διαδικασίες επαναπροώθησης χωρίς να έχει προηγηθεί ενδελεχής εξέταση αιτημάτων ασύλου. Η μόνη απάντηση είναι σύντομες (και ακριβοδίκαιες) διαδικασίες ασύλου, ώστε να προστατευθούν άμεσα τα άτομα που διαφεύγουν πολέμους και διώξεις στη χώρα τους και να μην παρατείνεται η αγωνία και η αβεβαιότητα. Ταυτόχρονα, μία διαδικασία ασύλου που διαρκεί κατά μέσο όρο 6 μήνες θα λειτουργήσει αποτρεπτικά και για τους ανθρώπους που δεν έχουν βάσιμο φόβο δίωξης, αλλά υποβάλλουν αίτηση ασύλου για άλλους λόγους (π.χ. για να παρατείνουν τη διαμονή τους και για να εργαστούν). Η επίσπευση των διαδικασιών θα επιτευχθεί με την πρόσληψη περισσότερων εξεταζόντων λειτουργών, την εφαρμογή ταχύρυθμων διαδικασιών για αιτήσεις που είναι προδήλως αβάσιμες, καθώς και με τη λήψη άλλων μέτρων που θα επιτρέψει την καλύτερη οργάνωση του τομέα του ασύλου.
Ένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες είναι η ένταξή τους στην κοινωνία που τους φιλοξενεί. Εδώ βλέπετε ορισμένα από τα προβλήματα, όπως έχουν προκύψει από έρευνες της Ύπατης Αρμοστείας για την ένταξη των προσφύγων στην Ε.Ε: ανεπαρκή γνώση της γλώσσας στη χώρας υποδοχής, διαφορές στην κουλτούρα, αλλά, κυρίως έλλειψη κατανόησης στις χώρες υποδοχής για την συγκεκριμένη κατάσταση των προσφύγων καθώς και διακρίσεις και μη ευπρόσδεκτη στάση έναντι των ξένων γενικότερα. Προβλήματα τα οποία ισχύουν και στην Κύπρο για την αντιμετώπιση των οποίων χρειάζονται περισσότερα και πιο αποτελεσματικά προγράμματα ένταξης.
Η αλήθεια λοιπόν είναι ότι υπάρχουν πρόσφυγες σε όλα τα μέρη της γης, 37,4 εκατομμύρια άνθρωποι. Τους βλέπει κανείς όχι μόνο στις τηλεοράσεις και στους ηλεκτρονικούς του υπολογιστές, αλλά κάποιοι βρίσκονται ανάμεσά μας. Όπως ανάμεσά μας βρίσκονται και οι προκαταλήψεις γύρω από το θέμα, που συνοψίζονται εδώ – «οι λαθρομετανάστες που θα μας μείνουν», «όλοι είναι οικονομικοί μετανάστες», «κανενός δεν κινδυνεύει η ζωή του», «αποτελούν απειλή για την Κύπρο», «μας παίρνουν τις δουλειές μας», «ζουν με δημόσιο βοήθημα». Αντιλήψεις που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και που σίγουρα δεν βοηθούν στην αποδοχή των προσφύγων, που είναι βασική προϋπόθεση για την ένταξή τους.
Με ποιους τρόπους θα μπορούσαμε να πολεμήσουμε αυτές τις προκαταλήψεις; Δείχνοντας ανθρώπινο ενδιαφέρον για τους πρόσφυγες, για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν για τις ιδιαίτερες ανησυχίες τους –που μπορεί και να ταυτίζονται σε μεγάλο βαθμό με τα δικά σας, με τη διαφορά ότι αυτοί είναι αναγκασμένοι να ζουν μακριά από τη χώρα τους και το οικείο περιβάλλον τους- θα είναι ένα πρώτο θετικό βήμα προς την ένταξή τους. Το γεγονός ότι είστε σήμερα εδώ είναι ένδειξη ότι ενδιαφέρεστε, ότι θέλετε να μάθετε, και σας προτρέπω να μάθετε περισσότερα. Την επόμενη φορά που θα βρείτε στο δρόμο σας έναν «ξένο», ας έχετε κατά νου ότι αυτός ο άνθρωπος μπορεί να είναι πρόσφυγας – μπορεί να έχει φυλακιστεί στη χώρα του, μπορεί να έχει υποβληθεί σε βασανιστήρια γι’ αυτό που είναι. Μπορεί να είναι άνθρωποι με πολύ περισσότερο κουράγιο από οποιονδήποτε από εμάς. Τώρα γνωρίζετε ότι η προστασία των προσφύγων δεν είναι θέμα επιλογής ή θέμα μεταναστευτικής πολιτικής, αλλά αποτελεί νομική υποχρέωση της πολιτείας. Γνωρίζετε ποια είναι τα βασικά δικαιώματά τους. Μπορείτε να τους ενημερώσετε, διότι τις πλείστες φορές δεν γνωρίζουν, μπορείτε να τους καθοδηγήσετε, ακόμα και να τους συνοδέψετε στις αρμόδιες υπηρεσίες, ή ακόμα και να τους φέρετε σε επαφή με εργοδότες που χρειάζονται προσωπικό. Μιλήστε στα παιδιά σας, στους συγγενείς/φίλους σας που μπορεί να έχουν αρνητική στάση προδιαθέσεις έναντι των ξένων γενικότερα. Μπορείτε να γράψετε επιστολές σε εφημερίδες, να απαντήσετε σε αρνητικές απόψεις που, δυστυχώς βρίθουν σε πολλές εφημερίδες. Διαβάστε βιβλία με εμπειρίες ανθρώπων που έχουν βιώσει τη δίωξη, δείτε θεατρικές παραστάσεις σχετικές με το θέμα. Μία εξαιρετική πρόσφατη παράσταση ήταν «Η Βρωμιά», που αναδείκνυε τη μοναξιά ενός μετανάστη. Επισκεφθείτε εκθέσεις φωτογραφίας, όπως τη δική μας «Προστασία – Αυτό που χρειάζονται οι πρόσφυγες» η οποία συνεχίζει να φιλοξενείται σε πολλούς χώρους. Ενημερωθείτε, με άλλα λόγια, για την αλήθεια πίσω από τους πρόσφυγες και ενημερώστε και άλλους. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επισκεφθείτε το www.unhcr.org (την κεντρική ιστοσελίδα του οργανισμού) καθώς και το blog της UNHCR Κύπρου στο http://unhcr-cyprus.blogspot.com/.
Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούμε να κάνουμε ο καθένας από εμάς με ένα κοινό στόχο - να προωθήσουμε τις σταθερές αξίες της ανοχής, της κατανόησης, της συμπόνιας προς τους συνανθρώπους μας που δεν είχαν άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους.
Ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας.
Aιμιλία Στροβολίδου,
Εκπρόσωπος Ενημέρωσης, Υπάτη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR)
(Ομιλία σε Ημερίδα του Frederick University «Μετακινούμενοι Πληθυσμοί στον 21ο αιώνα», που διοργανώθηκε το Δεκέμβριο 2008)
Καλημέρα σας. Εκ μέρους της Αντιπροσωπείας εδώ στην Κύπρο της Υπάτης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες σας ευχαριστώ κι εγώ με τη σειρά μου, που με προσκαλέσατε σ’ αυτήν την ημερίδα.
Ζούμε σήμερα σε μία εποχή όπου εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο μετακινούνται από τις γενέτειρές τους. Υπολογίζεται ότι 200 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν εκτός της χώρας καταγωγής τους. Άλλοι κατόπιν επιλογής τους και άλλοι χωρίς την επιλογή τους, άλλοι αναζητώντας μία καλύτερη ζωή, μία καλύτερη δουλειά, άλλοι κυνηγώντας ευκαιρίες εκπαίδευσης. Όμως για πολλούς, το να αφήνουν τα σπίτια και τις πατρίδες τους, δεν αποτελεί επιλογή. Οι πρόσφυγες, είναι αυτοί που φεύγουν ενάντια στη θέλησή τους, κυνηγημένοι από τα χωριά, από τις πόλεις τους, από τις πατρίδες τους, που χωρισμένοι πολλές φορές από τις οικογένειές τους, λόγω των συγκρούσεων ή των διώξεων, μετακινούνται με μόνο ζητούμενο να σώσουν τη ζωή τους.
Εδώ και 5 χρόνια το θέμα του ασύλου και των προσφύγων αποτελεί μέρος της δημόσιας συζήτησης και στην Κύπρο. Μίας δημόσιας συζήτησης η οποία επικεντρώνεται στο θέμα της λαθρομετανάστευσης και της πάταξης του φαινομένου χωρίς να γίνεται αναφορά στο αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ανάμεσα στους ανθρώπους που διακινούνται στις μέρες μας χωρίς έγγραφα βρίσκονται και πρόσφυγες. Αντί η προσοχή της κοινής γνώμης να στρέφεται στο γεγονός αυτό, το όλο θέμα του ασύλου εστιάζεται στο ότι καταφθάνουν «παράνομα» (χωρίς να γίνεται αναφορά στους λόγους), ότι η συντριπτική πλειοψηφία δεν είναι πραγματικοί πρόσφυγες και κάνουν κατάχρηση των διαδικασιών ασύλου, ότι όλοι «αυτοί» θα αλλάξουν τη δημογραφία του τόπου «θα μας πάρουν τις δουλειές μας» κ.ο.κ. Διαβάζουμε και ακούμε για λαθρομετανάστες από το Ιράκ, για παράδειγμα, ενώ περίπου πέντε εκατομμύρια Ιρακινοί έγιναν πρόσφυγες και αναζήτησαν την προστασία, είτε μέσα στην ίδια τους τη χώρα ή και εκτός των συνόρων της χώρας τους. Άνθρωποι, οι οποίοι μη έχοντας άλλο τρόπο διαφυγής από τη δίωξη καταφεύγουν σε αδίστακτους λαθρέμπορους των οποίων το κύριο μέλημα είναι το κέρδος και όχι η ασφάλεια των «πελατών τους».
Ποια είναι η αλήθεια λοιπόν γύρω από το θέμα των προσφύγων
Ύστερα από μισή δεκαετία πτωτικής τάσης στον αριθμό των προσφύγων, ο εξαναγκαστικός εκτοπισμός, δυστυχώς, άρχισε και πάλι να αυξάνεται παγκοσμίως. Πρόσφυγες από όλα τα μέρη του κόσμου - από Σουδάν, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Αφγανιστάν, Ιράκ, Σομαλία, είναι μόνο μερικές από τις χώρες καταγωγής των μεγαλύτερων προσφυγικών ομάδων. Στο τέλος του 2007, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, ο αριθμός των προσφύγων αυξήθηκε και έφτασε τα 37,4 εκατομμύρια εκτοπισμένων παγκοσμίως: 11,4 εκατομμύρια είναι πρόσφυγες, άνθρωποι που αναγκάστηκαν να περάσουν εθνικά σύνορα και να αναζητήσουν προστασία σε άλλες χώρες, και 26 εκατομμύρια εσωτερικά εκτοπισμένοι πληθυσμοί (δηλ. πρόσφυγες μέσα στην ίδια τους την πατρίδα, όπως στο Ιράκ, στο Νταρφούρ, στην Κολομβία, κ.ο.κ.) Δυστυχώς, υπάρχουν δυσοίωνα σημάδια ότι θα δούμε στο μέλλον περισσότερους ανθρώπους να αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις περιοχές/ χώρα καταγωγής τους.Οι περισσότεροι πρόσφυγες που εγκαταλείπουν τη χώρα τους βρίσκουν καταφύγιο, κυρίως, στις χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου, στην Αφρική και στην Ασία και σε μικρότερη κλίμακα στην Ευρώπη. Οι 10 κυριότερες χώρες υποδοχής προσφύγων είναι το Πακιστάν, Ιράν, ΗΠΑ, Συρία, Γερμανία, Ιορδανία, Τανζανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Κίνα , Τσαντ. Η Κύπρος, λόγω της γεωγραφικής της θέσης καθώς και λόγω της ιδιότητάς της ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2004, δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη από το διεθνές φαινόμενο της μετακίνησης μικτών μεταναστευτικών ομάδων, περιλαμβανομένων των προσφύγων. Το Νοέμβριο του 2008, εκκρεμούσε η εξέταση των αιτήσεων ασύλου 8.570 ατόμων (αιτητών ασύλου, από τους οποίους κάποιοι θα αναγνωριστούν ως πρόσφυγες και κάποιοι όχι, αλλά μέχρι να εξεταστεί η αίτησή τους είναι εν δυνάμει πρόσφυγες και έχουν συγκεκριμένα δικαιώματα με βάση τη σχετική νομοθεσία). Από το 1998 μέχρι και το Νοέμβριο του 2008, έχει δοθεί προσφυγικό καθεστώς σε 659 άτομα, σε 415 έχει δοθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και σε 342 άτομα ανθρωπιστικό καθεστώς .
Ποιοι θεωρούνται πρόσφυγες και πώς διαχωρίζονται από άλλες μεταναστευτικές ομάδες
Πρόσφυγας – σύμφωνα με τη Σύμβαση του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων - είναι το άτομο το οποίο «…συνεπεία βάσιμου φόβου δίωξης, λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, ιδιότητας σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα, ή λόγω πολιτικών πεποιθήσεων, βρίσκεται εκτός της χώρας καταγωγής του και λόγω αυτού του φόβου δεν μπορεί ή δεν είναι πρόθυμο να απολαμβάνει την προστασία της χώρας αυτής…». Ο ίδιος ορισμός αποτυπώνεται και στο ευρωπαϊκό κεκτημένο για το άσυλο καθώς και στην Κυπριακή νομοθεσία περί προσφύγων (2000-2007).Άτομα που δεν έχουν την προστασία της κυβέρνησης της χώρα τους - είτε επειδή η δίωξη ασκείται από το ίδιο το Κράτος είτε, στην περίπτωση που η δίωξη ασκείται από μη κυβερνητικούς φορείς, το Κράτος δεν θέλει/δεν μπορεί να τους προστατεύσει - αναγκάζονται να καταφύγουν σε άλλες χώρες και να καλύψουν αυτό το κενό της εθνικής προστασίας, ζητώντας διεθνή προστασία στην χώρα όπου καταφεύγουν.
Τι σημαίνει η δίωξη; Το άτομο που φοβάται τη δίωξη, φοβάται για τη ζωή του, για την ελευθερία του ή φοβάται ότι θα παραβιαστούν ουσιώδη ανθρώπινα δικαιώματά του. Φοβάται, για παράδειγμα, ότι αν επιστραφεί πίσω στη χώρα του μπορεί να υποστεί βασανιστήρια ή να υποβληθεί σε εξευτελιστική ή απάνθρωπη μεταχείριση για αυτό που είναι. Αν η επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του μπορεί να οδηγήσει στην αυθαίρετη σύλληψη ή/και κράτησή του τότε πάλι μιλούμε για δίωξη. Παραβίαση του δικαιώματος της ελευθερίας της σκέψης, της συνείδησης, της θρησκείας αποτελεί επίσης δίωξη. Η έλλειψη νομικής προσωπικότητας σε ανθρώπους - οι οποίοι ως αποτέλεσμα δεν έχουν δικαίωμα στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, στην εκπαίδευση, ή στην εργασία, επομένως στην τελική δεν έχουν δικαίωμα στην ζωή – ισοδυναμεί με δίωξη κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες (π.χ. άτομα που ανήκουν στην Μουσουλμανικής μειονότητα των Rohingyas στο Μυανμάρ, ή ορισμένες ομάδες ανιθαγενών Σύριων Κούρδων, κλπ.)
Για να θεωρηθεί ένα άτομο πρόσφυγας θα πρέπει ο φόβος δίωξής του να σχετίζεται με έναν από τους λόγους που αναφέρει η Σύμβαση, δηλαδή είτε λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, ιδιότητας σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα, ή λόγω πολιτικών πεποιθήσεων ο άνθρωπος αυτός φοβάται δίωξη στη χώρα καταγωγής του. Για παράδειγμα, Παλαιστίνιος του Ιράκ, ο οποίος είδε συγγενείς του να δολοφονούνται από αντάρτες ή έχει δεχθεί απειλές κατά της ζωής του ή έχει υποστεί δυσμενείς διακρίσεις, είναι πρόσφυγας είτε λόγω της εθνικής του καταγωγής (Παλαιστίνιος) είτε λόγω των πολιτικών απόψεων που του αποδίδονται (οι Παλαιστίνιοι στο Ιράκ θεωρούνται υποστηρικτές του Σαντάμ επειδή στα πλαίσια της πολιτικής του καθεστώτος είχαν δοθεί πολλά ωφελήματα στους Παλαιστίνιους).
Το δικαίωμα της θρησκείας είναι ουσιώδες ανθρώπινο δικαίωμα. Ωστόσο η απόφαση αλλαγής θρησκείας δεν γίνεται πάντα σεβαστή – όπως θα έπρεπε σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων- απ’ όλες τις χώρες. Επομένως αν εάν άτομο κινδυνεύει να φυλακιστεί ή ακόμα και να θανατωθεί επειδή αποφάσισε να αλλάξει θρησκεία αυτό το άτομο είναι πρόσφυγας λόγω των θρησκευτικών του αντιλήψεων. Πρόσφατα στην Μοσούλη του Ιράκ, Χριστιανοί εκδιώχθηκαν από τους αντάρτες, άρα Ιρακινός υπήκοος, Χριστιανός από τη συγκεκριμένη περιοχή, ο οποίος καταφεύγει ζητώντας προστασία σε γειτονική ή άλλη χώρα θα πρέπει να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας λόγω θρησκείας.
Μία γυναίκα η οποία δεν επιθυμεί να συμμορφωθεί με τους αυστηρούς ηθικούς κανόνες που της επιβάλλει η κοινωνία, λόγω του κοινωνικού της φύλου (gender), μπορεί να είναι πρόσφυγας λόγω «της ιδιότητάς της σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα». Για παράδειγμα, γυναίκα, η οποία αναζητά προστασία σε άλλη χώρα εκτός από τη χώρα καταγωγής της επειδή κινδυνεύει να υποβληθεί σε ακρωτηριασμό γεννητικών οργάνων- πρακτική που έχει τις ρίζες της στην παράδοση πολλών κοινωνιών αλλά ισοδυναμεί με βασανιστήριο σύμφωνα με αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων- μπορεί να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας λόγω «της ιδιότητάς της σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα». Επίσης, γυναίκες που κινδυνεύουν με λιθοβολισμό επειδή έχουν διαπράξει «εγκλήματα τιμής» (π.χ. μοιχεία), είναι επίσης πρόσφυγες.
Άτομα που εγκαταλείπουν τη χώρα τους λόγω πολεμικών συγκρούσεων, διεθνών ή εθνικών, συνήθως δεν θεωρούνται πρόσφυγες σύμφωνα με τον ορισμό που αναλύσαμε πιο πάνω, επειδή η δίωξη δεν είναι εξατομικευμένη αλλά γενικευμένη. Σε αυτές τις περιπτώσεις δίδεται συνήθως καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Για παράδειγμα, αν Ιρακινός υπήκοος εγκατέλειψε το Ιράκ λόγω των συνθηκών εμφυλίου πολέμου στη χώρα και της γενικευμένης ανασφάλειας και όχι επειδή π.χ. αποτέλεσε ο ίδιος στόχο των αντάρτικων ομάδων, τότε του δίδεται καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι ένοπλες συγκρούσεις δεν μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα και την ατομική δίωξη για ένα ή περισσότερους από τους λόγους που απαριθμούνται στη Σύμβαση του 1951. Για παράδειγμα, αν ο Ιρακινός υπήκοος που αναφέραμε πιο πάνω είναι Παλαιστινιακής καταγωγής και έχει απειληθεί ότι αν δεν εγκαταλείψει τη χώρα του θα τον σκοτώσουν τότε θα πρέπει να του δοθεί προσφυγικό καθεστώς. Επίσης, όταν κατά τη διάρκεια ενόπλων συγκρούσεων διαπράττονται – όπως συνήθως γίνεται- ειδεχθή εγκλήματα πολέμου, όπως γενοκτονίες (π.χ. Ρουάντα, Νταρφούρ, λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό) ή πολιτικές εθνοκάθαρσης, τότε τα άτομα που καταφέρνουν να διαφύγουν είναι πρόσφυγες λόγω της εθνικής τους καταγωγής ή των πολιτικών τους απόψεων και επομένως θα πρέπει να τους δοθεί πλήρες προσφυγικό καθεστώς και όχι καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Πώς διαχωρίζεται ο πρόσφυγας από το μετανάστη
Βλέπουμε λοιπόν ότι το άτομο που μεταναστεύει για να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής του (ο οικονομικός μετανάστης με άλλα λόγια) διαφοροποιείται από τον πρόσφυγα. Η διάκριση ωστόσο, ανάμεσα στον οικονομικό μετανάστη και τον πρόσφυγα γίνεται λιγότερο σαφής, όταν για παράδειγμα πίσω από τα οικονομικά μέτρα που επηρεάζουν την απόκτηση των μέσων διαβίωσης μπορεί να υπάρχουν φυλετικοί, θρησκευτικοί ή πολιτικοί στόχοι ή διαθέσεις εναντίον μιας ορισμένης ομάδας. Σε περιπτώσεις όπου τα οικονομικά μέτρα αφανίζουν την οικονομική υπόσταση ενός συγκεκριμένου τμήματος του πληθυσμού, τα πρόσωπα που πλήττονται μπορεί, ανάλογα με τις περιστάσεις, να γίνουν πρόσφυγες όταν εγκαταλείπουν τη χώρα τους.
Η διάκριση μεταξύ του πρόσφυγα και του οικονομικού μετανάστη γίνεται ολοένα και λιγότερο σαφής στις μέρες μας, όταν άτομα διαφεύγουν συνθήκες απόλυτης φτώχιας από τη χώρα τους, αφού ούτε πρόσφυγες μπορούν να θεωρηθούν αλλά ούτε και οικονομικοί μετανάστες. Πώς μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι οι υπήκοοι της Ζιμπάμπουε που δεν φεύγουν λόγω της πολιτικής δίωξης, αλλά λόγω των άθλιων συνθηκών διαβίωσης (ανεργία, επιδημίες, έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης), είναι οικονομικοί μετανάστες – επομένως δεν δικαιούνται διεθνή προστασία- όταν η προστασία από πλευράς κράτους είναι ανύπαρκτη?
Ο ξεκάθαρος διαχωρισμός του πρόσφυγα που δικαιούται προστασία από τον άνθρωπο που δεν είναι πρόσφυγας, γίνεται ολοένα και πιο δύσκολος στις μέρες μας. Επομένως, είναι επιτακτική προτεραιότητα για τη διεθνή κοινότητα να βρει συντονισμένες λύσεις όσον αφορά τις αιτίες του εκτοπισμού καθώς και της ευρύτερης μετακίνησης των πληθυσμών (πόλεμοι, κακή διακυβέρνηση κρατών, παραβιάσεις ατομικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, φτώχεια, αλλαγή του κλίματος, περιβαλλοντολογικές καταστροφές) . Όσον αφορά τον εξαναγκαστικό εκτοπισμό, η καλύτερη λύση είναι η πρόληψη, αλλά για να γίνει αυτό εφικτό πρέπει να κατανοήσουμε τις αιτίες που δημιουργούν τον εκτοπισμό, περιλαμβανομένης και της αποτυχίας των κρατών να παρέχει στους υπηκόους της αυτή την προστασία. Θα πρέπει να δημιουργηθούν πλαίσια πολιτικής που να διασφαλίζουν όπως η διεθνής κοινότητα χρησιμοποιεί όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της – ανακουφιστική βοήθεια, εμπόριο, διπλωματία, ασφάλεια - ώστε να οδηγήσει τις χώρες αυτές από την αποτυχία σε μία σταθερότητα που θα διατηρηθεί. Αυτή η σταθερότητα μπορεί να διασφαλίσει ότι δεν θα υπάρχουν πρόσφυγες ή τουλάχιστον ότι οι πρόσφυγες θα μπορούν σύντομα να επιστρέψουν στην πατρίδα τους να ξαναδημιουργήσουν τη ζωή τους, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν. Εντωμεταξύ, όμως, αυτό που προέχει είναι η προστασία των ανθρώπων που τη χρειάζονται, των προσφύγων που καταφεύγουν στις δικές μας τις χώρες και ζητούν προστασία.
Ποιος έχει την προστασία για τους πρόσφυγες;
Υποχρέωση για προστασία εμπίπτει, πρωτίστως, στις κυβερνήσεις των χωρών όπου καταφεύγουν οι πρόσφυγες.Ο ρόλος της Ύπατης Αρμοστείας σε χώρες ευρωπαϊκές, βιομηχανικές, όπως είναι και η Κύπρος, είναι να διασφαλίζει, σε συνεργασία με την κυβέρνηση, ότι τα άτομα αυτά έχουν επαρκή προστασία. Πρόκειται για ένα ρόλο συμβουλευτικό αλλά και εποπτικό, π.χ. αν πρόσφυγες δεν έχουν πρόσβαση στα δικαιώματα που θα έπρεπε να έχουν, σύμφωνα με το νόμο, τότε η Υπάτη Αρμοστεία θα παρέμβει, κάνοντας τις σχετικές συστάσεις προς τα αρμόδια όργανα. Σε χώρες όπου οι κυβερνήσεις δεν έχουν τη δυνατότητα παροχής προστασίας, τότε η Ύπατη Αρμοστεία συνδράμει με διάφορους τρόπους, όπως με ανέγερση προσφυγικών καταυλισμών, επισιτιστικές βοήθειες, κ.τ.λ. Όταν λέμε προστασία τι εννοούμε και τι ακριβώς περιλαμβάνει; Καταρχάς, περιλαμβάνει την πρόσβαση σε αποτελεσματικές διαδικασίες ασύλου και δίκαιη μεταχείριση των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο. Αυτό προκύπτει τόσο από την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Άρθρο 14 - το οποίο αναφέρει συγκεκριμένα ότι κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να αναζητά και να απολαμβάνει σε άλλες χώρες άσυλο από δίωξη, όσο και από τη Σύμβαση του Καθεστώτος για τους Πρόσφυγες. Το ίδιο δικαίωμα αποτυπώνεται και στην κυπριακή νομοθεσία περί προσφύγων. Ανεξαρτήτως, επομένως, του τρόπου εισόδου σε άλλη χώρα (με ή χωρίς έγγραφα), το άτομο που ισχυρίζεται δίωξη δικαιούται να υποβάλλει αίτηση ασύλου στις αρμόδιες αρχές της χώρας όπου κατέφυγε – ένα αίτημα το οποίο θα πρέπει να εξεταστεί με ακριβοδίκαιο τρόπο και σε σύντομο χρονικό διάστημα. Στην Κύπρο, οι αρμόδιες υπηρεσίες για την εξέταση των αιτημάτων ασύλου είναι η Υπηρεσία Ασύλου – σε πρώτο βαθμό - και η Αναθεωρητική Αρχή για την εξέταση εφέσεων.
Το δικαίωμα της πρόσβασης σε διαδικασίες ασύλου περιλαμβάνει το δικαίωμα παραμονής αυτού του ανθρώπου μέχρι να ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του για άσυλο. Διότι ο αιτητής ασύλου είναι εν δυνάμει πρόσφυγας. Μία λανθασμένη απόφαση μπορεί να σημαίνει ακόμα και θάνατο, επομένως η εξέταση ενός αιτήματος ασύλου είναι ένα από τα πιο δύσκολα εγχειρήματα (δικαστικά ή διοικητικά).
Με την πρόσβαση σε διαδικασία ασύλου και ενόσω χρονικό διάστημα διαρκεί αυτή η διαδικασία, οι αιτητές ασύλου έχουν (δια νόμου) πρόσβαση σε όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα που ανήκουν σε όλους εμάς. Αυτό σημαίνει, δικαίωμα στη στέγαση, εργασία, εκπαίδευση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη - όλα τα στοιχειώδη δικαιώματα που επιτρέπουν την αξιοπρεπή διαβίωση. Συγκεκριμένα για τους αιτητές ασύλου υπάρχει σχετική οδηγία της Ε.Ε. που προβλέπει την πρόσβαση των ατιτητών ασύλου στα δικαιώματα αυτά. Η Κυπριακή νομοθεσία, κατόπιν ενσωμάτωσης της σχετικής Οδηγίας της ΕΕ, προβλέπει την παροχή δημοσίου βοηθήματος για την κάλυψη των βασικών αναγκών των αιτητών ασύλου τους πρώτους έξι μήνες και στη συνέχεια το δημόσιο βοήθημα καταβάλλεται αν δεν έχουν εξασφαλίσει εργασία στους τομείς όπου επιτρέπεται (σημ. τους πρώτους έξι μήνες οι αιτητές ασύλου δεν έχουν δικαίωμα σε εργασία ενώ μετά την παρέλευση των έξι μηνών δικαιούνται να εργαστούν σε συγκεκριμένους τομείς, όπως γεωργίας - κτηνοτροφίας, διαχείρισης αποβλήτων, ως εργάτες καθαρισμού κτιρίων και εξωτερικών χώρων).
Όταν οι αιτητές ασύλου αναγνωριστούν πρόσφυγες έχουν τα ίδια δικαιώματα εργασίας όπως οι Κύπριοι πολίτες, ενώ στα άτομα που δίδεται καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας αποκτούν τα ίδια δικαιώματα εργασίας όπως οι πρόσφυγες, μετά την παρέλευση ενός έτους από την ημερομηνία αναγνώρισής τους. Το δικαίωμα της ένταξης προσφύγων και ατόμων με συμπληρωματικό καθεστώς στις τοπικές κοινωνίες αποτελεί αναπόσπαστο μέρος μίας ουσιαστικής προστασίας, αφού σε καμιά περίπτωση κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πότε θα είναι εφικτή η ασφαλής επιστροφή του πρόσφυγα στην πατρίδα του.
Πολύ συνοπτικά αυτά είναι τα δικαιώματα που προβλέπει η νομοθεσία για τους ανθρώπους που χρειάζονται διεθνή προστασία, και πολύ συνοπτικά θα πρέπει να πούμε ότι παρά τα θετικά βήματα που έχουν γίνει στον τομέα του ασύλου στην Κύπρο, παραμένουν ακόμα πολλές ελλείψεις και προβλήματα στην πρακτική εφαρμογή των δικαιωμάτων που προαναφέρθηκαν (π.χ. μεγάλες καθυστερήσεις στην εξέταση αιτήσεων για δημόσιο βοήθημα με αποτέλεσμα άποροι αιτητές ασύλου που δεν έχουν το δικαίωμα εργασίας να μην έχουν πόρους διαβίωσης, στον τομέα της εργασίας κλπ.) - προβλήματα που όμως δεν μας επιτρέπει ο χρόνος να αναλύσουμε στην παρούσα εισήγηση. Είναι γεγονός ότι ο μεγάλος αριθμός των αιτήσεων ασύλου, των οποίων εκκρεμεί η εξέτασή τους, γύρω στις 8.570, δυσχεραίνει την πρόσβαση των αιτητών ασύλου στα δικαιώματά τους και προϋποθέτει επιπλέον πόρους από πλευράς κυβέρνησης. Πώς θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται το φαινόμενο αυτό; Βεβαίως όχι με την εισαγωγή περιοριστικών μορφών πολιτικής (π.χ. με περιορισμό του δικαιώματος εργασία) ούτε με συνοπτικές διαδικασίες επαναπροώθησης χωρίς να έχει προηγηθεί ενδελεχής εξέταση αιτημάτων ασύλου. Η μόνη απάντηση είναι σύντομες (και ακριβοδίκαιες) διαδικασίες ασύλου, ώστε να προστατευθούν άμεσα τα άτομα που διαφεύγουν πολέμους και διώξεις στη χώρα τους και να μην παρατείνεται η αγωνία και η αβεβαιότητα. Ταυτόχρονα, μία διαδικασία ασύλου που διαρκεί κατά μέσο όρο 6 μήνες θα λειτουργήσει αποτρεπτικά και για τους ανθρώπους που δεν έχουν βάσιμο φόβο δίωξης, αλλά υποβάλλουν αίτηση ασύλου για άλλους λόγους (π.χ. για να παρατείνουν τη διαμονή τους και για να εργαστούν). Η επίσπευση των διαδικασιών θα επιτευχθεί με την πρόσληψη περισσότερων εξεταζόντων λειτουργών, την εφαρμογή ταχύρυθμων διαδικασιών για αιτήσεις που είναι προδήλως αβάσιμες, καθώς και με τη λήψη άλλων μέτρων που θα επιτρέψει την καλύτερη οργάνωση του τομέα του ασύλου.
Ένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες είναι η ένταξή τους στην κοινωνία που τους φιλοξενεί. Εδώ βλέπετε ορισμένα από τα προβλήματα, όπως έχουν προκύψει από έρευνες της Ύπατης Αρμοστείας για την ένταξη των προσφύγων στην Ε.Ε: ανεπαρκή γνώση της γλώσσας στη χώρας υποδοχής, διαφορές στην κουλτούρα, αλλά, κυρίως έλλειψη κατανόησης στις χώρες υποδοχής για την συγκεκριμένη κατάσταση των προσφύγων καθώς και διακρίσεις και μη ευπρόσδεκτη στάση έναντι των ξένων γενικότερα. Προβλήματα τα οποία ισχύουν και στην Κύπρο για την αντιμετώπιση των οποίων χρειάζονται περισσότερα και πιο αποτελεσματικά προγράμματα ένταξης.
Η αλήθεια λοιπόν είναι ότι υπάρχουν πρόσφυγες σε όλα τα μέρη της γης, 37,4 εκατομμύρια άνθρωποι. Τους βλέπει κανείς όχι μόνο στις τηλεοράσεις και στους ηλεκτρονικούς του υπολογιστές, αλλά κάποιοι βρίσκονται ανάμεσά μας. Όπως ανάμεσά μας βρίσκονται και οι προκαταλήψεις γύρω από το θέμα, που συνοψίζονται εδώ – «οι λαθρομετανάστες που θα μας μείνουν», «όλοι είναι οικονομικοί μετανάστες», «κανενός δεν κινδυνεύει η ζωή του», «αποτελούν απειλή για την Κύπρο», «μας παίρνουν τις δουλειές μας», «ζουν με δημόσιο βοήθημα». Αντιλήψεις που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και που σίγουρα δεν βοηθούν στην αποδοχή των προσφύγων, που είναι βασική προϋπόθεση για την ένταξή τους.
Με ποιους τρόπους θα μπορούσαμε να πολεμήσουμε αυτές τις προκαταλήψεις; Δείχνοντας ανθρώπινο ενδιαφέρον για τους πρόσφυγες, για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν για τις ιδιαίτερες ανησυχίες τους –που μπορεί και να ταυτίζονται σε μεγάλο βαθμό με τα δικά σας, με τη διαφορά ότι αυτοί είναι αναγκασμένοι να ζουν μακριά από τη χώρα τους και το οικείο περιβάλλον τους- θα είναι ένα πρώτο θετικό βήμα προς την ένταξή τους. Το γεγονός ότι είστε σήμερα εδώ είναι ένδειξη ότι ενδιαφέρεστε, ότι θέλετε να μάθετε, και σας προτρέπω να μάθετε περισσότερα. Την επόμενη φορά που θα βρείτε στο δρόμο σας έναν «ξένο», ας έχετε κατά νου ότι αυτός ο άνθρωπος μπορεί να είναι πρόσφυγας – μπορεί να έχει φυλακιστεί στη χώρα του, μπορεί να έχει υποβληθεί σε βασανιστήρια γι’ αυτό που είναι. Μπορεί να είναι άνθρωποι με πολύ περισσότερο κουράγιο από οποιονδήποτε από εμάς. Τώρα γνωρίζετε ότι η προστασία των προσφύγων δεν είναι θέμα επιλογής ή θέμα μεταναστευτικής πολιτικής, αλλά αποτελεί νομική υποχρέωση της πολιτείας. Γνωρίζετε ποια είναι τα βασικά δικαιώματά τους. Μπορείτε να τους ενημερώσετε, διότι τις πλείστες φορές δεν γνωρίζουν, μπορείτε να τους καθοδηγήσετε, ακόμα και να τους συνοδέψετε στις αρμόδιες υπηρεσίες, ή ακόμα και να τους φέρετε σε επαφή με εργοδότες που χρειάζονται προσωπικό. Μιλήστε στα παιδιά σας, στους συγγενείς/φίλους σας που μπορεί να έχουν αρνητική στάση προδιαθέσεις έναντι των ξένων γενικότερα. Μπορείτε να γράψετε επιστολές σε εφημερίδες, να απαντήσετε σε αρνητικές απόψεις που, δυστυχώς βρίθουν σε πολλές εφημερίδες. Διαβάστε βιβλία με εμπειρίες ανθρώπων που έχουν βιώσει τη δίωξη, δείτε θεατρικές παραστάσεις σχετικές με το θέμα. Μία εξαιρετική πρόσφατη παράσταση ήταν «Η Βρωμιά», που αναδείκνυε τη μοναξιά ενός μετανάστη. Επισκεφθείτε εκθέσεις φωτογραφίας, όπως τη δική μας «Προστασία – Αυτό που χρειάζονται οι πρόσφυγες» η οποία συνεχίζει να φιλοξενείται σε πολλούς χώρους. Ενημερωθείτε, με άλλα λόγια, για την αλήθεια πίσω από τους πρόσφυγες και ενημερώστε και άλλους. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επισκεφθείτε το www.unhcr.org (την κεντρική ιστοσελίδα του οργανισμού) καθώς και το blog της UNHCR Κύπρου στο http://unhcr-cyprus.blogspot.com/.
Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούμε να κάνουμε ο καθένας από εμάς με ένα κοινό στόχο - να προωθήσουμε τις σταθερές αξίες της ανοχής, της κατανόησης, της συμπόνιας προς τους συνανθρώπους μας που δεν είχαν άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους.
Ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας.
Aιμιλία Στροβολίδου,
Εκπρόσωπος Ενημέρωσης, Υπάτη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR)
(Ομιλία σε Ημερίδα του Frederick University «Μετακινούμενοι Πληθυσμοί στον 21ο αιώνα», που διοργανώθηκε το Δεκέμβριο 2008)
No comments:
Post a Comment