Σεπτέμβριος 2007
« Η Κύπρος είναι η πατρίδα μου τώρα. Ζω για 10 χρόνια στην Κύπρο, εργάζομαι, πληρώνω τους φόρους μου χωρίς να δημιουργήσω ποτέ κανένα πρόβλημα … Δεν καταλαβαίνω γιατί δεν μου έδωσαν υπηκοότητα» αναρωτιέται ο Μ, πρόσφυγας από το Ιράκ, του οποίου η αίτηση για πολιτογράφηση απορρίφθηκε παρά το λευκό ποινικό μητρώο και τις καλύτερες συστάσεις από τον εργοδότη του. Το ίδιο ερώτημα παραμένει αναπάντητο για πολλούς άλλους πρόσφυγες που διαμένουν στην Κύπρο για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η πολιτογράφηση ενός αλλοδαπού εμπίπτει στην αρμοδιότητα κάθε Κράτους. Ωστόσο, η κρατική αυτή διακριτική ευχέρεια περιορίζεται από διεθνείς και περιφερειακές συμβάσεις οι οποίες επιβάλλουν την υποχρέωση στα Κράτη να διευκολύνουν την πολιτογράφηση των προσφύγων.
Για τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες (για τους οποίους οι συνθήκες στη χώρα καταγωγής τους δεν έχουν αλλάξει παρά το πέρασμα των χρόνων) ο τερματισμός του καθεστώτος του πρόσφυγα και η πλήρης ένταξή τους στην χώρα που τους φιλοξενεί είναι η πιο μόνιμη και πιο επιθυμητή λύση.
“ Όταν βρήκαμε καταφύγιο στην Κύπρο πριν από 14 χρόνια, ο μικρότερος μου γιος ήταν μόλις 2 μηνών. Τώρα μιλά μόνο Ελληνικά, όλοι του οι φίλοι είναι Κύπριοι και νιώθει Κύπριος. Η Κύπρος είναι πλέον η πατρίδα για όλη την οικογένεια. Εργαζόμαστε, έχουμε το δικό μας σπίτι και ζούμε όπως κάθε κανονικός και νομοταγής πολίτης. Γιατί θα πρέπει να ζούμε ως πρόσφυγες για το υπόλοιπο της ζωής μας;” διερωτάται ο Σ*, Σέρβος της Βοσνίας ο οποίος εγκατέλειψε τη χώρα του λόγω του πολέμου στις αρχές της δεκαετίας του ΄90.
Παρά το γεγονός ότι το προσφυγικό καθεστώς παρέχει ορισμένες εγγυήσεις, οι πρόσφυγες συνεχίζουν να είναι ευάλωτοι ελλείψει αποτελεσματικής ιθαγένειας. Ο πρόσφυγας δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του/της αλλά ούτε μπορεί να βασιστεί σε μία ολοκληρωμένη προστασία που συνήθως παρέχεται με την υπηκοότητα.
Όχι πια στην αβεβαιότητα
Αν ο Σ και η οικογένειά του πολιτογραφηθούν ως Κύπριοι δεν θα πρέπει να ανανεώνουν την «άδεια προσωρινής διαμονής ως πρόσφυγας» κάθε τρία χρόνια κι ούτε θα χρειαστεί να ξαναπεράσουν την αγωνία της απέλασης στην Βοσνία-Ερζεγοβίνη! Όταν ο Σ υπέβαλε την αίτηση για πολιτογράφηση πριν από τρία χρόνια, αντί να εξεταστεί το αίτημα για πολιτογράφηση, οι αρχές εξέτασαν το ενδεχόμενο ανάκλησης του προσφυγικού καθεστώτος με το δικαιολογητικό ότι ο πόλεμος στη Βοσνία είχε τελειώσει και παρά το γεγονός ότι η επιστροφή στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη είναι επικίνδυνη για ορισμένους επαναπατριζόμενους. Όσον αφορά τον Σ, είναι σχεδόν σε συντάξιμη ηλικία, χωρίς σπίτι ή άλλη περιουσία στην χώρα καταγωγής του για να επιστρέψει: ‘Πού θα πάω; Έχασα το σπίτι μου εκεί. Εδώ καταφέραμε να αγοράσουμε ένα διαμέρισμα και να χτίσουμε τη ζωή μας εδώ. Θα πρέπει να γίνουμε πρόσφυγες για τρίτη φορά;”
Για άλλους πρόσφυγες, η πολιτογράφηση ως Κύπριοι θα τους επέτρεπε πρόσβαση σε δικαιώματα τα οποία ως πρόσφυγες δεν έχουν. Για παράδειγμα, η δυνατότητα να ταξιδέψει με Κυπριακό Διαβατήριο θα σήμαινε πολλά για την M* από το Ιράν, η οποία δεν έχει δει την αδελφή της για χρόνια τώρα « Θα μπορούσα [με Κυπριακό διαβατήριο] να επισκεφθώ την αδελφή μου στη Γερμανία …» Το ταξιδιωτικό έγγραφο το οποίο εκδίδεται για τους πρόσφυγες σύμφωνα με τον περί Προσφύγων Νόμο δεν εξασφάλισε την απαιτούμενη βίζα για την Μ, αλλά ούτε και για τον K*, επίσης από το Ιράν που προσπάθησε να μεταβεί στην Ιρλανδία για να επισκεφθεί συγγενικό του πρόσωπο: “Είχα τα ταξιδιωτικά έγγραφα και το αεροπορικό εισιτήριο, αλλά δεν πήρα τη βίζα.”
Πολιτογράφηση σύμφωνα με τη Σύμβαση Προσφύγων 1951 και την Κυπριακή νομοθεσία
Αναγνωρίζοντας ότι η πολιτογράφηση αποτελεί το τελικό στάδιο της ένταξης, η Σύμβαση Προσφύγων 1951 υποχρεώνει τα κράτη να «διευκολύνουν στο μέτρο που αυτό είναι δυνατό» την πολιτογράφηση των προσφύγων «κάνοντας προσπάθεια να επιταχύνουν τη διαδικασία πολιτογράφησης …”
Η Κυπριακή νομοθεσία προβλέπει όπως πρόσωπο που διαμένει νόμιμα στην Κύπρο για περισσότερο από 5 ή 7 χρόνια (αν πρόκειται για αθλητές, τεχνικούς των σπορ ή για εργασία σε διεθνείς εταιρείες ή για εργασία για Κύπριους εργοδότες, κλπ.) μπορούν να κάνουν αίτηση για πολιτογράφηση.
Όσον αφορά τους πρόσφυγες, θα πρέπει να συμπληρώσουν 7 χρόνια νόμιμης διαμονής προκειμένου να τους επιτραπεί να υποβάλουν αίτηση, με το δικαιολογητικό ότι οι προσφυγικές άδειες παραμονής παρέχουν το δικαίωμα εργασίας (ερμηνεία η οποία δεν συμβαδίζει ούτε με το Άρθρο 34 της Σύμβασης – όπου αναφέρεται σε διευκόλυνση της πολιτογράφησης, κυρίως με την επιτάχυνσή της και όχι την επιβράδυνση- ούτε με τη νομοθεσία περί προσφύγων αφού οι άδειες παραμονής στους πρόσφυγες δίδονται επειδή κατέφυγαν στην Κύπρο να προστατεύσουν τη ζωή τους και τις βασικές τους ελευθερίες και όχι για να εργαστούν)
Μετά την υποβολή της αίτησης για πολιτογράφηση, ο αιτητής καλείται σε 2 συνεντεύξεις: μία στον Έπαρχο και μία στην Αστυνομία (Κλιμάκιο της Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης), οι συστάσεις των οποίων αποστέλλονται στη συνέχεια στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (Κλάδος Ιθαγενειών). Το τελευταίο, με βάση το φάκελο εκδίδει τη δική του σύσταση η οποία υποβάλλεται τελικά στον Υπουργό Εσωτερικών ο οποίος έχει την εξουσία να αποφασίσει αν θα δώσει την υπηκοότητα.
Γίνεται στην Κύπρο «κάθε προσπάθεια για να επιταχυνθεί η διαδικασία πολιτογράφησης των προσφύγων» ;
Ο Σ υπέβαλε την αίτηση για πολιτογράφησή του το 2003, ύστερα από 10 χρόνια παραμονής στην Κύπρο. 3 χρόνια μετά κλήθηκε στην πρώτη του συνέντευξη, ενώ ακόμα δεν έχει κληθεί για τη δεύτερη συνέντευξη. «Μας είπαν ότι συνήθως χρειάζονται 3 χρόνια, αλλά πέρασαν τώρα 4 χρόνια και δεν έχουμε ακούσει ακόμα τίποτα …” ανέφερε η κόρη του Σ η οποία σπουδάζει σε χώρα της ΕΕ και σκοπεύει να κάνει αίτηση για πολιτογράφηση κατά τη διάρκεια των διακοπών των Χριστουγέννων.
Ωστόσο για τη Σου*, δικηγόρο από το Αφγανιστάν η οποία ζήτησε άσυλο στην Κύπρο ύστερα από απειλές εναντίον της ζωής της από το καθεστώς των Ταλιμπάν, “η αναμονή” κάθε άλλο παρά συνηθισμένη είναι για τη ζωή της “Η αναμονή είναι δύσκολη υπόθεση, αναστέλλει τη ζωή σου …” εξηγά η Σου. Έκανε αίτηση για πολιτογράφηση το 2006, αλλά όταν ζήτησε να μάθει για την υπόθεσή της τής είπαν ότι θα χρειαστούν 12 με 14 μήνες για να ληφθεί απόφαση.
Σύμφωνα με τη Νάντια *, πρόσφυγα από την Παλαιστίνη, της ανέφεραν από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ότι στο παρών στάδιο λαμβάνονται αποφάσεις για υποθέσεις που υποβλήθηκαν το 2004. Η Νάντια υπέβαλε την αίτησή της το Μάρτιο 2006, επομένως η ζωή της θα πρέπει να «ανασταλεί» για τουλάχιστον 2 χρόνια.
‘Άπιαστο όνειρο ακόμα και για όσους πληρούν τα κριτήρια;
Ακόμα και αν ο αιτητής πληροί την προϋπόθεση των 7 χρόνων διαμονής και έχει καλές συστάσεις, η θετική απάντηση δεν είναι δεδομένη.
A.M.*, 37, Ιρακινός παντρεμένος με πρόσφυγα από την Παλαιστίνη, ζουν στην Κύπρο για 11 χρόνια, όπου και απέκτησαν 2 παιδιά. Υπέβαλε αίτηση για πολιτογράφηση το 2003 και απορρίφθηκε το 2006. Προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο και κέρδισε το Μάιο 2007. Ο Δικαστής ανέφερε στην απόφασή του ότι παρόλο που η έγκριση της αίτησης ενός προσώπου είναι στη διακριτική ευχέρεια του Υπουργού, απαιτείται όπως ο Υπουργός συμμορφώνεται με τις αρχές του διοικητικού δικαίου περιλαμβανoμένης και της αρχής της καλής πίστης. Ο Δικαστής θεώρησε την απόφαση του Υπουργού ως ανεπαρκώς και/ή εσφαλμένως αιτιολογημένη, αφού στην απόφαση γινόταν αναφορά μόνο στην προϋπόθεση του καλού χαρακτήρα, χωρίς να παρέχεται αιτιολογία για το αντίθετο. Συγκεκριμένα, δεν υπήρχε καμία σύσταση μέσα στο φάκελο του αιτητή ότι ο ΑΜ δεν ήταν καλού χαρακτήρα – δύο συστάσεις ανέφεραν ρητώς ότι ήταν καλού χαρακτήρα και σύμφωνα με έκθεση της αστυνομίας δεν υπήρχαν οποιαδήποτε στοιχεία εις βάρος του αιτητή από πλευράς ασφάλειας του κράτους.
Παρά το γεγονός ότι η απόφαση του δικαστηρίου λήφθηκε πριν από 5 μήνες, δεν έχει εκδοθεί καινούργια απόφαση από πλευράς κράτους. “Πήγα στο γραφείο Μεταναστεύσεως να ρωτήσω κατά πόσο λήφθηκαν οποιαδήποτε μέτρα μετά την απόφαση του δικαστηρίου, αλλά μου είπαν να φύγω από το γραφείο και να μην ξαναπατήσω το πόδι μου εκεί.» , εξηγεί με πικρία ο ΑΜ.
Η Μοϊρα έμεινε άφωνη όταν ένας λειτουργός της δήλωσε (προφορικά) ότι η αίτησή της που υποβλήθηκε το 2004 απορρίφθηκε επειδή είναι πρόσφυγας και ως πρόσφυγας δεν δικαιούται πολιτογράφηση.
Η πολιτογράφηση ενός αλλοδαπού εμπίπτει στην αρμοδιότητα κάθε Κράτους. Ωστόσο, η κρατική αυτή διακριτική ευχέρεια περιορίζεται από διεθνείς και περιφερειακές συμβάσεις οι οποίες επιβάλλουν την υποχρέωση στα Κράτη να διευκολύνουν την πολιτογράφηση των προσφύγων.
Για τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες (για τους οποίους οι συνθήκες στη χώρα καταγωγής τους δεν έχουν αλλάξει παρά το πέρασμα των χρόνων) ο τερματισμός του καθεστώτος του πρόσφυγα και η πλήρης ένταξή τους στην χώρα που τους φιλοξενεί είναι η πιο μόνιμη και πιο επιθυμητή λύση.
“ Όταν βρήκαμε καταφύγιο στην Κύπρο πριν από 14 χρόνια, ο μικρότερος μου γιος ήταν μόλις 2 μηνών. Τώρα μιλά μόνο Ελληνικά, όλοι του οι φίλοι είναι Κύπριοι και νιώθει Κύπριος. Η Κύπρος είναι πλέον η πατρίδα για όλη την οικογένεια. Εργαζόμαστε, έχουμε το δικό μας σπίτι και ζούμε όπως κάθε κανονικός και νομοταγής πολίτης. Γιατί θα πρέπει να ζούμε ως πρόσφυγες για το υπόλοιπο της ζωής μας;” διερωτάται ο Σ*, Σέρβος της Βοσνίας ο οποίος εγκατέλειψε τη χώρα του λόγω του πολέμου στις αρχές της δεκαετίας του ΄90.
Παρά το γεγονός ότι το προσφυγικό καθεστώς παρέχει ορισμένες εγγυήσεις, οι πρόσφυγες συνεχίζουν να είναι ευάλωτοι ελλείψει αποτελεσματικής ιθαγένειας. Ο πρόσφυγας δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του/της αλλά ούτε μπορεί να βασιστεί σε μία ολοκληρωμένη προστασία που συνήθως παρέχεται με την υπηκοότητα.
Όχι πια στην αβεβαιότητα
Αν ο Σ και η οικογένειά του πολιτογραφηθούν ως Κύπριοι δεν θα πρέπει να ανανεώνουν την «άδεια προσωρινής διαμονής ως πρόσφυγας» κάθε τρία χρόνια κι ούτε θα χρειαστεί να ξαναπεράσουν την αγωνία της απέλασης στην Βοσνία-Ερζεγοβίνη! Όταν ο Σ υπέβαλε την αίτηση για πολιτογράφηση πριν από τρία χρόνια, αντί να εξεταστεί το αίτημα για πολιτογράφηση, οι αρχές εξέτασαν το ενδεχόμενο ανάκλησης του προσφυγικού καθεστώτος με το δικαιολογητικό ότι ο πόλεμος στη Βοσνία είχε τελειώσει και παρά το γεγονός ότι η επιστροφή στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη είναι επικίνδυνη για ορισμένους επαναπατριζόμενους. Όσον αφορά τον Σ, είναι σχεδόν σε συντάξιμη ηλικία, χωρίς σπίτι ή άλλη περιουσία στην χώρα καταγωγής του για να επιστρέψει: ‘Πού θα πάω; Έχασα το σπίτι μου εκεί. Εδώ καταφέραμε να αγοράσουμε ένα διαμέρισμα και να χτίσουμε τη ζωή μας εδώ. Θα πρέπει να γίνουμε πρόσφυγες για τρίτη φορά;”
Για άλλους πρόσφυγες, η πολιτογράφηση ως Κύπριοι θα τους επέτρεπε πρόσβαση σε δικαιώματα τα οποία ως πρόσφυγες δεν έχουν. Για παράδειγμα, η δυνατότητα να ταξιδέψει με Κυπριακό Διαβατήριο θα σήμαινε πολλά για την M* από το Ιράν, η οποία δεν έχει δει την αδελφή της για χρόνια τώρα « Θα μπορούσα [με Κυπριακό διαβατήριο] να επισκεφθώ την αδελφή μου στη Γερμανία …» Το ταξιδιωτικό έγγραφο το οποίο εκδίδεται για τους πρόσφυγες σύμφωνα με τον περί Προσφύγων Νόμο δεν εξασφάλισε την απαιτούμενη βίζα για την Μ, αλλά ούτε και για τον K*, επίσης από το Ιράν που προσπάθησε να μεταβεί στην Ιρλανδία για να επισκεφθεί συγγενικό του πρόσωπο: “Είχα τα ταξιδιωτικά έγγραφα και το αεροπορικό εισιτήριο, αλλά δεν πήρα τη βίζα.”
Πολιτογράφηση σύμφωνα με τη Σύμβαση Προσφύγων 1951 και την Κυπριακή νομοθεσία
Αναγνωρίζοντας ότι η πολιτογράφηση αποτελεί το τελικό στάδιο της ένταξης, η Σύμβαση Προσφύγων 1951 υποχρεώνει τα κράτη να «διευκολύνουν στο μέτρο που αυτό είναι δυνατό» την πολιτογράφηση των προσφύγων «κάνοντας προσπάθεια να επιταχύνουν τη διαδικασία πολιτογράφησης …”
Η Κυπριακή νομοθεσία προβλέπει όπως πρόσωπο που διαμένει νόμιμα στην Κύπρο για περισσότερο από 5 ή 7 χρόνια (αν πρόκειται για αθλητές, τεχνικούς των σπορ ή για εργασία σε διεθνείς εταιρείες ή για εργασία για Κύπριους εργοδότες, κλπ.) μπορούν να κάνουν αίτηση για πολιτογράφηση.
Όσον αφορά τους πρόσφυγες, θα πρέπει να συμπληρώσουν 7 χρόνια νόμιμης διαμονής προκειμένου να τους επιτραπεί να υποβάλουν αίτηση, με το δικαιολογητικό ότι οι προσφυγικές άδειες παραμονής παρέχουν το δικαίωμα εργασίας (ερμηνεία η οποία δεν συμβαδίζει ούτε με το Άρθρο 34 της Σύμβασης – όπου αναφέρεται σε διευκόλυνση της πολιτογράφησης, κυρίως με την επιτάχυνσή της και όχι την επιβράδυνση- ούτε με τη νομοθεσία περί προσφύγων αφού οι άδειες παραμονής στους πρόσφυγες δίδονται επειδή κατέφυγαν στην Κύπρο να προστατεύσουν τη ζωή τους και τις βασικές τους ελευθερίες και όχι για να εργαστούν)
Μετά την υποβολή της αίτησης για πολιτογράφηση, ο αιτητής καλείται σε 2 συνεντεύξεις: μία στον Έπαρχο και μία στην Αστυνομία (Κλιμάκιο της Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης), οι συστάσεις των οποίων αποστέλλονται στη συνέχεια στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (Κλάδος Ιθαγενειών). Το τελευταίο, με βάση το φάκελο εκδίδει τη δική του σύσταση η οποία υποβάλλεται τελικά στον Υπουργό Εσωτερικών ο οποίος έχει την εξουσία να αποφασίσει αν θα δώσει την υπηκοότητα.
Γίνεται στην Κύπρο «κάθε προσπάθεια για να επιταχυνθεί η διαδικασία πολιτογράφησης των προσφύγων» ;
Ο Σ υπέβαλε την αίτηση για πολιτογράφησή του το 2003, ύστερα από 10 χρόνια παραμονής στην Κύπρο. 3 χρόνια μετά κλήθηκε στην πρώτη του συνέντευξη, ενώ ακόμα δεν έχει κληθεί για τη δεύτερη συνέντευξη. «Μας είπαν ότι συνήθως χρειάζονται 3 χρόνια, αλλά πέρασαν τώρα 4 χρόνια και δεν έχουμε ακούσει ακόμα τίποτα …” ανέφερε η κόρη του Σ η οποία σπουδάζει σε χώρα της ΕΕ και σκοπεύει να κάνει αίτηση για πολιτογράφηση κατά τη διάρκεια των διακοπών των Χριστουγέννων.
Ωστόσο για τη Σου*, δικηγόρο από το Αφγανιστάν η οποία ζήτησε άσυλο στην Κύπρο ύστερα από απειλές εναντίον της ζωής της από το καθεστώς των Ταλιμπάν, “η αναμονή” κάθε άλλο παρά συνηθισμένη είναι για τη ζωή της “Η αναμονή είναι δύσκολη υπόθεση, αναστέλλει τη ζωή σου …” εξηγά η Σου. Έκανε αίτηση για πολιτογράφηση το 2006, αλλά όταν ζήτησε να μάθει για την υπόθεσή της τής είπαν ότι θα χρειαστούν 12 με 14 μήνες για να ληφθεί απόφαση.
Σύμφωνα με τη Νάντια *, πρόσφυγα από την Παλαιστίνη, της ανέφεραν από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ότι στο παρών στάδιο λαμβάνονται αποφάσεις για υποθέσεις που υποβλήθηκαν το 2004. Η Νάντια υπέβαλε την αίτησή της το Μάρτιο 2006, επομένως η ζωή της θα πρέπει να «ανασταλεί» για τουλάχιστον 2 χρόνια.
‘Άπιαστο όνειρο ακόμα και για όσους πληρούν τα κριτήρια;
Ακόμα και αν ο αιτητής πληροί την προϋπόθεση των 7 χρόνων διαμονής και έχει καλές συστάσεις, η θετική απάντηση δεν είναι δεδομένη.
A.M.*, 37, Ιρακινός παντρεμένος με πρόσφυγα από την Παλαιστίνη, ζουν στην Κύπρο για 11 χρόνια, όπου και απέκτησαν 2 παιδιά. Υπέβαλε αίτηση για πολιτογράφηση το 2003 και απορρίφθηκε το 2006. Προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο και κέρδισε το Μάιο 2007. Ο Δικαστής ανέφερε στην απόφασή του ότι παρόλο που η έγκριση της αίτησης ενός προσώπου είναι στη διακριτική ευχέρεια του Υπουργού, απαιτείται όπως ο Υπουργός συμμορφώνεται με τις αρχές του διοικητικού δικαίου περιλαμβανoμένης και της αρχής της καλής πίστης. Ο Δικαστής θεώρησε την απόφαση του Υπουργού ως ανεπαρκώς και/ή εσφαλμένως αιτιολογημένη, αφού στην απόφαση γινόταν αναφορά μόνο στην προϋπόθεση του καλού χαρακτήρα, χωρίς να παρέχεται αιτιολογία για το αντίθετο. Συγκεκριμένα, δεν υπήρχε καμία σύσταση μέσα στο φάκελο του αιτητή ότι ο ΑΜ δεν ήταν καλού χαρακτήρα – δύο συστάσεις ανέφεραν ρητώς ότι ήταν καλού χαρακτήρα και σύμφωνα με έκθεση της αστυνομίας δεν υπήρχαν οποιαδήποτε στοιχεία εις βάρος του αιτητή από πλευράς ασφάλειας του κράτους.
Παρά το γεγονός ότι η απόφαση του δικαστηρίου λήφθηκε πριν από 5 μήνες, δεν έχει εκδοθεί καινούργια απόφαση από πλευράς κράτους. “Πήγα στο γραφείο Μεταναστεύσεως να ρωτήσω κατά πόσο λήφθηκαν οποιαδήποτε μέτρα μετά την απόφαση του δικαστηρίου, αλλά μου είπαν να φύγω από το γραφείο και να μην ξαναπατήσω το πόδι μου εκεί.» , εξηγεί με πικρία ο ΑΜ.
Η Μοϊρα έμεινε άφωνη όταν ένας λειτουργός της δήλωσε (προφορικά) ότι η αίτησή της που υποβλήθηκε το 2004 απορρίφθηκε επειδή είναι πρόσφυγας και ως πρόσφυγας δεν δικαιούται πολιτογράφηση.
Η Μοϊρα αφού έχασε στον πόλεμο το σύζυγό της, τους γονείς της και το σπίτι της στη Βοσνία-Εερζεγοβίνη, ήρθε στην Κύπρο μαζί με τις κόρες της το 1997. Στην Κύπρο γνώρισε το δεύτερο της σύζυγο, από τη Βοσνία και το 2003 αναγνωρίστηκε ως πρόσφυγας. Η Μοϊρα, οι κόρες της καθώς και τα παιδιά του συζύγου της έκαναν αίτηση για πολιτογράφηση το 2004.
Ο Μόιρα δεν νοιάζεται για τη δική της υπόθεση, παρά την κατάφωρη παραβίαση του άρθρου 34 της Σύμβασης των Προσφύγων που βρίσκεται πίσω από την (προφορική) δήλωση του κρατικού λειτουργού.
“Για μένα αυτό που έχει σημασία είναι η αίτηση των παιδιών μου, τα οποία σπουδάζουν τώρα σε χώρα της ΕΕ. Όλοι τους είναι εξαίρετοι φοιτητές. Η μεγαλύτερη μου κόρη πήρε την υπηκοότητα, αλλά τα άλλα μας παιδιά ακόμη περιμένουν. Αν δεν πάρουν την υπηκοότητα θα πρέπει να πληρώσω 6,000 Ευρώ στο λογαριασμό του καθενός προκειμένου να εκδοθούν οι βίζες. Δεν μπορώ να πληρώσω όλο αυτό το ποσό μεμιάς», λέει η Μόιρα σε κατάσταση απελπισίας νιώθοντας να λήγει η προθεσμία καθώς και τα όνειρα των παιδιών της που αν δεν πάρουν την υπηκοότητα θα πρέπει να αναβάλουν τις σπουδές τους μέχρι να είναι σε θέση να πάρουν τις βίζες τους.
Η λίστα των προσφύγων που περιμένουν για χρόνια να πάρουν απάντηση στην αίτησή τους είναι μεγάλη, αλλά συνεχίζουν να ελπίζουν παρά τις εμπειρίες άλλων προσφύγων. « Δεν θα έκανε καμιά διαφορά για την Κύπρο να μου δώσει την υπηκοότητα, αλλά για μένα θα σήμαινε πολλά» λέει ένας πρόσφυγας. Εξάλλου, ο νόμος είναι σαφής - σε ένα Κράτος Δικαίου η διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στο κράτος ασκείται μέσα σε συγκεκριμένα πλαίσια: της καλής πίστης.
* Αλλαγή ονομάτων
Από την Αντιπροσωπεία στην Κύπρο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες
No comments:
Post a Comment